Πατέρας

Συλλογιζόμουν συχνά τι είναι ο πατέρας. Συμβολικά, μου ήρθαν στο νου τα οστά. Αλλά, χωρίς αυτό, τίποτα δεν μπορεί να σταθεί: οι τένοντες δεν έχουν πού να σταθούν, οι μύες δεν έχουν τι να αγκαλιάσουν, το δέρμα δεν μπορεί να έχει φόρμα.

Αν ο δεσμός σύνδεσης (θεωρία δεσμών της ψυχολογίας) σχετίζεται με τη μητέρα, τότε ο τρόπος που επιλέγουμε σύντροφο, που σχετιζόμαστε με αυτόν, ο τρόπος που εντέλει θα συνυπάρξουμε στο κοινωνικό σύνολο επηρεάζεται από αυτήν. Αναρωτιέμαι μήπως ο πατέρας τείνει να είναι τα υπόλοιπα που αφορούν πιο εξωτερικές διεργασίες, όπως είναι ο τρόπος που διαπραγματευόμαστε, κατακτούμε, αποδεικνύουμε, ακόμα και ο τρόπους που απομονωνόμαστε όταν μας θεωρούμε ανάξιους να απαιτήσουμε για εμάς από τους άλλους ή από εμάς για εμάς.

Όταν μέσα μας υπάρχει ένας πατέρας που μας «τσαλάκωσε», πώς να διεκδικήσουμε από τη ζωή, ώστε να λάβουμε; Τότε, το μόνο που μένει είναι η ακούσια ή η εκούσια απομόνωση. Είναι ένας άνισος αγώνας, ένας πόλεμος με ηττημένο «εγώ», γιατί δεν έχει οστά να στηριχθεί.

Πατέρας. Έχω ακούσει από πολλούς ανθρώπους να ηχεί σαν άγνωστη λέξη. Όταν ο πατέρας είναι φυσικά ή συναισθηματικά απών, κυνηγάμε χρόνια ανελέητα τη σκιά μας σε έναν αγώνα δύναμης και αυτοαποδοχής, για να κρύψουμε τελικά πόσο μας έχει λείψει η επαφή μαζί του. Αποτυγχάνουμε, όχι γιατί μόνο δε τον είχαμε στη ζωή μας πρακτικά, αλλά γιατί τελικά δε δεχτήκαμε ποτέ την απουσία του. Αυτό που ονομάζουμε ως άγνωστη λέξη, ήταν τελικά μία απεγνωσμένη άμυνα επιβίωσης. Προσπαθούσαμε να τον βρούμε μέσα στις σχέσεις μας, όπου καταλήγαμε να γινόμαστε δυνητικά καταπιεστικοί και αχόρταγοι, γιατί η έλλειψή του ήταν τεράστια και η ανάγκη της επιβεβαίωσής του αδυσώπητη. Η σκιά μας θέριεψε, θύμωσε. Εντέλει, παραδοθήκαμε καταπονημένοι, ξέροντας πια ότι δεν μπορούσαμε να πολεμήσουμε άλλο για τον πατέρα. Παρά μόνο να αποδεχτούμε αυτό που δεν είχαμε και δε θα έχουμε.

Και τώρα, τι κάνουμε; Πώς προχωράμε; Το επόμενο ερωτηματικό: παύουμε να υπάρχουμε; Πώς περπατάμε, πώς κουνάμε τα χέρια μας, πώς στεκόμαστε, χωρίς οστά; Ο πατέρας δεν ήταν εδώ. Αλλά, τελικά, ας αναγνωρίσουμε ότι είμαστε εμείς εδώ. Ότι εμείς μπορούμε να είμαστε εδώ για εμάς.

Όσο και αν μας στενοχωρεί η εγκατάλειψη, ας δούμε με υπερηφάνεια ότι μπορεί να μας χάσαμε, να πέσαμε, να μας τιμωρήσαμε, αλλά μείναμε μαζί μας. Πλάσαμε τελικά το σκελετό μας.

Ας ζητήσουμε τη συγχώρεση του πατέρα, γιατί τον κατατρέξαμε μέσα μας αμείλικτα. Ας συγχωρέσουμε τον πατέρα, γιατί είδαμε πολλές φορές να κάνουμε τα λάθη που έκανε και εκείνος. Ας αγαπήσουμε τον πατέρα, και πια ας μπορέσουμε να το πούμε, γιατί δεν τον έχουμε ανάγκη. Ας ευχαριστήσουμε τον πατέρα, γιατί μας έδωσε ζωή. Με κόπο μάθαμε κάτι πολύ σημαντικό.

Ότι μπορούμε να στεκόμαστε, να περπατάμε, να υπάρχουμε.