Η κατάθλιψη εντάσσεται στις διαταραχές της διάθεσης. Χαρακτηρίζεται από συναισθήματα δυσφορίας και δυσθυμίας, τα οποία θα τα δούμε αναλυτικά σε αυτό το άρθρο.
Η κατάθλιψη είναι στην ουσία θυμός και αρνητικά συναισθήματα, στραμμένα προς τον εαυτό, με αμείλικτο τρόπο. Επικρίνουν τον εαυτό για το κάθε τι που έχει κάνει ή που δεν έκανε. Συχνά, η οικογενειακή δομή μπορεί να επιφορτίσει ένα άτομο, ακόμα και από την περίοδο που κυοφορούνταν. Με λίγα λόγια, η ενδοβολή που δέχεται από ένα καταθλιπτικό, σημαντικό “άλλο”, στο κοντινό οικογενειακό του περιβάλλον, τείνει να δημιουργήσει ενοχή, η οποία θα συνοδεύει το άτομο στις όποιες διεργασίες της υπόλοιπης ζωής του.
Όσο πιο κοντά του είναι αυτό το άτομο – το σημαντικό “άλλο” θα είναι η συναισθηματική στέρηση που θα βιώνει.
Ο Seligman (1974) ανέπτυξε μία θεωρία, την οποία ονόμασε learned helplessness. Μία κοντινή μετάφραση του όρου είναι “επίκτητη αδυναμία”. Είναι η αδυναμία κατά την οποία, μέσα από τα βιώματά μας, μαθαίνουμε και, εν τέλει, γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μας. Έτσι, η πεποίθηση ότι το άτομο δεν έχει έλεγχο, ότι δεν μπορεί να αλλάξει κάτι, ωθεί στην έλλειψη κινήτρων, αδυναμία νοητικής εγρήγορσης και συναισθηματικά ελλείμματα.
Αν μέσα σε μία τέτοια οικογενειακή δομή, όπου λίγο ή πολύ, έχει δεχτεί το άτομο κάποιες εμπειρίες, προσθέσουμε και τον κοινωνικό αποπροσανατολισμό, που βιώνει παγκόσμια, με τα οικολογικά φαινόμενα, με την οικονομική κρίση, τη φανερή ή την κρυφή δικτατορία ή ακόμα και την πανδημία, μπορούμε να φανταστούμε το πόσο η κατάθλιψη εδραιώνεται ως κοινωνική κατάσταση.
Πλέον, οι ατάκες όπως “χάλια είναι, αλλά τι να κάνεις”, “τι να προσπαθήσουμε, δε θα αλλάξει κάτι”, και άλλες πολλές τέτοιες δηλώσεις, που απλά λέμε ο ένας στον άλλον, εμφανίζονται ως ασυνείδητη προσπάθεια συμπαράστασης στην παράδοση που ο καθένας βιώνει μέσα του.
Τελικά, είμαστε έρμαια στην κατάθλιψη; Ο Seligman πρόσθεσε στην πορεία το learned optimism (επίκτητη αισιοδοξία). Η οποία δεν είναι εύκολη επιλογή, αλλά, τελικά, αναγκαία. Χρειάζεται να έρθουμε σε επαφή με τις ουσιαστικές ανάγκες μας. Με το ποιοι είμαστε έξω από τα κοινωνικά φορεμένα ρούχα. Αν συνδεθούμε με τον εαυτό μας, θα μπορέσουμε να οργανώσουμε την πραγματικότητά μας. Αν μας βρούμε, θα μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε πού να σταθούμε και ποια είναι η θέση μας. Οι κοινωνικές ατάκες που αποχαυνώνουν, θα αλλάξουν τη θέση τους με αντίστοιχες που δηλώνουν τι ουσιαστικά αισθανόμαστε.
Η δράση είναι καθοριστική για τη μετακίνηση από την κατάθλιψη. Η κατάθλιψη έχει παράδοση, έχει αποφυγή. Ο Perls (1893) λέει: “Με κάθε κατάσταση, τι κερδίζω, τι αποφεύγω”. Αυτό σημαίνει ότι παίρνουμε την ευθύνη μας και, τότε, η ερμηνεία αυτών που συμβαίνουν μέσα μας και γύρω μας αλλάζει. Είναι μία αργή διαδικασία, που σίγουρα χρειάζεται επιμονή και υπομονή, όμως αξίζει, για να κερδίσουμε τη χαρά και την πίστη μας στη ζωή ξανά.